Inicio > Term: ασύρματο
ασύρματο
Περιγραφή ενός δικτύου ή τερματικού που χρησιμοποιεί ηλεκτρομαγνητικά κύματα (συμπεριλαμβανομένων rf, υπέρυθρων, λέιζερ, ορατού φωτός και ακουστικής ενέργειας), αντί για συρμάτινους αγωγούς για τηλεπικοινωνίες.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Telecomunicaciones
- Categoría: General - Telecomunicaciones
- Company: ATIS
0
Creador
- ILACHANIS
- 100% positive feedback
(United Kingdom)