Inicio > Term: συγχρονισμός
συγχρονισμός
Μία διαδικασία που οδηγεί στην εμφάνιση ή επανάληψη ενός γεγονότος ταυτόχρονα ή σε συνδυασμό. Ο συγχρονισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί προκειμένου να καταστούν τα περιεχόμενα συγκεκριμένων αρχείων πανομοιότυπα σε διαφορετικές συσκευές. Για παράδειγμα, ένας χρήστης μπορεί να συγχρονίσει τον τηλεφωνικό κατάλογο ή τις επαφές, το ημερολόγιο και τη λίστα με τις εκκρεμείς εργασίες μιας κινητής συσκευής με τις αντίστοιχες εφαρμογές Η/Υ μέσω του Nokia PC Suite. Αυτό δεν είναι δυνατό με όλα τα μοντέλα τηλεφώνων.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Comunicaciones móviles
- Categoría: Teléfonos móviles
- Company: Nokia
0
Creador
- ILACHANIS
- 100% positive feedback
(United Kingdom)