Inicio > Term: θυγατρική
θυγατρική
Επίσης¨θυγατρική εταιρεία. Νομικά ανεξάρτητη εταιρεία από μια άλλη, μητρική εταιρεία. Η θυγατρική μπορεί να έχει ιδρυθή από την μητρική εταιρεία ή να έχει αποκτηθεί από αυτήν, και αποτελεί μέρος μιας εταιρικής ομάδας.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Banca
- Categoría: Banca de inversión
- Company: UBS
0
Creador
- IreneK
- 100% positive feedback
(Athens, Greece)