Inicio > Term: αντίσταση
αντίσταση
Όρος που χρησιμοποιείται συνήθως για να περιγράψει την ικανότητα του οργανισμού να αντέξει ένα άγχος, μια δύναμη ή ένα εφέ από μια ασθένεια, ή ο πράκτοράς του ή μια τοξική ουσία.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Biotecnología
- Categoría: Genetic engineering
- Organization: FAO
0
Creador
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)