Inicio > Term: πικάντικη
πικάντικη
Πικάντικο ή άκρως πεπειραμένος.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Convención
- Categoría: Conferencias
- Company: CIC
0
Creador
- Golgotha
- 100% positive feedback
Πικάντικο ή άκρως πεπειραμένος.