Inicio > Term: pinholes
pinholes
Μικροσκοπικό οπές ή ατέλειες στην επιφάνεια του χαρτιού που προκαλείται από την παρουσία ξένων ουσίας στην επιφάνεια του χαρτιού, κατά τη διάρκεια της παρασκευής.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Impresión y publicación
- Categoría: Papel
- Company: Neenah Paper
0
Creador
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)