Inicio > Term: παράσιτο
παράσιτο
Οργανισμός που ζει σε στενή συνεργασία με άλλο οργανισμό, από τα οποία εξαρτάται για τη διατροφή? όχι απαραίτητα παθογόνου παράγοντα.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Plantas
- Categoría: Patología vegetal
- Company: American Phytopathological Society
0
Creador
- Khrysaor
- 100% positive feedback