Inicio > Term: ostiole
ostiole
Πόρων, άνοιγμα του θηλή ή λαιμό, perithecium, pseudothecium, ή pycnidium, μέσω του οποίου έχουν κυκλοφορήσει σπόρια.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Plantas
- Categoría: Patología vegetal
- Company: American Phytopathological Society
0
Creador
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)