Inicio > Term: διαμόρφωση
διαμόρφωση
1. Κατά γενικό κανόνα, την τροποποίηση των κάποια ιδιότητα ενός φαινομένου από ένα άλλο ξεχωριστό φαινόμενο. 2. Στο ραδιόφωνο, ραντάρ, sodar, και lidar, την τροποποίηση του πλάτους, φάση, ή συχνότητα ενός μεταφορέα να μεταφέρουν πληροφορίες ή να επιτρέψουν επιλυθεί μετρήσεις σε συγκεκριμένη σειρά, συχνότητα, ή ταχύτητα διαστήματα.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Tiempo atmosférico
- Categoría: Meteorología
- Company: AMS
0
Creador
- IreneK
- 100% positive feedback
(Athens, Greece)