Inicio > Term: κινητό τηλέφωνο
κινητό τηλέφωνο
Μια φορητή συσκευή που προορίζεται κυρίως για συνδέσεις ομιλίας. Κινητό τηλέφωνο είναι ένας όρος που χρησιμοποιούνται συχνά ως ισοδύναμοι με κινητό τηλέφωνο.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Comunicaciones móviles
- Categoría: Teléfonos móviles
- Company: Nokia
0
Creador
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)