Inicio > Term: ηχηρότητα
ηχηρότητα
Ένας υποκειμενικός όρος που περιγράφει την αντιληπτή ένταση του ήχου. Όταν το SPL (επίπεδο ηχητικής πίεσης) αυξάνει κατά 10, συνεπάγεται περίπου διπλάσια ένταση. Συγκρίνεται με την απολαβή και την ένταση.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Software; Ordenador
- Categoría: Sistemas operativos
- Company: Apple
0
Creador
- pkatseas
- 100% positive feedback
(Greece)