Inicio > Term: δάνειο
δάνειο
Ένα διευκρινισμένο ποσό των χρημάτων που παραχώρησαν από ένα πιστωτή ή δανειστής (π. χ. μια τράπεζα) σε πρόσωπο ή οντότητα και εξοφλείται σε μια προκαθορισμένη ημερομηνία πληρωμής ή μετά την ανακοίνωση για την επιστροφή. Δείτε επίσης πάγια προκαταβολή.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Banca
- Categoría: Banca de inversión
- Company: UBS
0
Creador
- IreneK
- 100% positive feedback
(Athens, Greece)