Inicio > Term: μόνωση (θερμική)
μόνωση (θερμική)
Ένα υλικό με σχετικά υψηλή αντίσταση στη μεταφορά θερμότητας.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Energía
- Categoría: Gas natural
- Company: AGA
0
Creador
- ml09s5k
- 100% positive feedback
(Leeds, United Kingdom)