Inicio > Term: εστιακό μήκος
εστιακό μήκος
Απόσταση μεταξύ του οπτικού κέντρου ενός φακού και του εστιακού σημείου εικόνας. Διορθώνει τη μεγέθυνση και τη γωνία όρασης ενός φακού. Πολυεστιακοί φακοί και φακοί ζουμ με μεταβλητό εστιακό μήκος.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Electrónica de consumo
- Categoría: Videocámara
- Company: Sony
0
Creador
- ILACHANIS
- 100% positive feedback
(United Kingdom)