Inicio > Term: το πεδίο
το πεδίο
Η γενική περιοχή που περικλείονται από μία ή περισσότερες δεξαμενές πετρελαίου ή αερίου, ή σύνολα που βρίσκονται σε μια ενιαία γεωλογική δυνατότητα, που είναι διαφορετικά συνδέονται στενά με την ίδια γεωλογική δυνατότητα (διαρθρωτικά ή στρωματογραφικής). Δείτε POOL.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Energía
- Categoría: Gas natural
- Company: AGA
0
Creador
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)