Inicio > Term: ένζυμο
ένζυμο
Έναν τύπο πρωτεΐνης που δημιουργεί ή ρυθμίζει τις ειδικές χημικές αντιδράσεις μέσα σε κελιά.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Antropología
- Categoría: Antropología física
- Company: Palomar College
0
Creador
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)