Inicio > Term: έμβολο
έμβολο
Ενα τμήμα που αποτελείται από αποκόλληση θρόμβου ή όγκου βακτηρίων από ένα αιμοφ΄ροο αγγείο.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Dispositivos médicos
- Categoría: Equipos de cardiología
- Company: Boston Scientific
0
Creador
- KATRAT
- 100% positive feedback