Inicio > Term: καθαρισμένο ψάρι
καθαρισμένο ψάρι
Ένα ολόκληρο λεπιασμένο καθαρό ψάρι που πωλείται με ή χωρίς το κεφάλι.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Venta al por menor
- Categoría: Supermercados
- Company: FMI
0
Creador
- silv31
- 100% positive feedback
(Athens, Greece)