Inicio > Term: αναπτυξιακό προσαρμογής
αναπτυξιακό προσαρμογής
Μια αλλαγή στην μοτίβα κανονικής αύξησης και ανάπτυξης ενός ατόμου που παρουσιάζεται στην παιδική ηλικία ως αποτέλεσμα συγκεκριμένες πολιτιστικές πρακτικές (π.χ., το πόδι δεσμευτική) ή άλλες περιβαλλοντικές διεργασίες. Τις ανατομικές και φυσιολογικές αλλαγές που ως επί το πλείστον είναι μη αναστρέψιμη αποτέλεσμα μέχρι την ενηλικίωση. Παράδειγμα: εγκεφαλική ανάπτυξη και παρουσιάζουν ήπια διανοητική καθυστέρηση λόγω σοβαρής, παρατεταμένη υποσιτισμό. Εξελικτική προσαρμογή αναφέρεται επίσης ως «αναπτυξιακό εγκλιματισμό. »
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Antropología
- Categoría: Antropología física
- Company: Palomar College
0
Creador
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)