Inicio > Term: τεθλασμένες
τεθλασμένες
Μια διάσταση, σχέση, ή σχήμα που είναι άλυτα. Για παράδειγμα, αν ορίζονται οι διαστάσεις ενός γεωμετρικού σχήματος και αυτό το σχήμα μετά σβηστεί, η γραμμή γίνεται τεθλασμένη.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Software
- Categoría: CAE
- Company: Dassault Systèmes
0
Creador
- KATRAT
- 100% positive feedback