Inicio > Term: μετατροπέας
μετατροπέας
Μια μονάδα που χρησιμοποιείται από το σύστημα εκτύπωσης για να μετατρέψει μια περιγραφή έγγραφο από τη μία μορφή εγγράφου σε μία άλλη.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Software; Ordenador
- Categoría: Sistemas operativos
- Company: Apple
0
Creador
- pkatseas
- 100% positive feedback
(Greece)