Inicio > Term: πλήρης αντίσταση
πλήρης αντίσταση
Ανθεκτικό αντίδραση στην οποία κάποια πτυχή της νόσου ανάπτυξης, συνήθως σύμπτωμα έκφραση ή αναπαραγωγή παθογόνου παράγοντα, είναι εντελώς διακόπηκε (βλ. μερική αντοχή. )
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Plantas
- Categoría: Patología vegetal
- Company: American Phytopathological Society
0
Creador
- Khrysaor
- 100% positive feedback