Inicio > Term: σάκκος τσιμέντου
σάκκος τσιμέντου
για να γεμίσεις το κενό ανέμεσα στον σάκκο και τοίχο τρύπας με τσιμέντο για να στηρίξεις την θήκη και να εμποδίσεις την μείξη υγρών ανάμεσα στις αδιάβροχες ζώνες.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Petróleo y gas
- Categoría: Perforación
- Company: PETEX
0
Creador
- KATRAT
- 100% positive feedback