Inicio > Term: προπέλα.
προπέλα.
Ένα μικρό έλικα ή εκτόξευση νερού στην πλώρη, χρησιμοποιούνται για τους ελιγμούς των μεγαλύτερων σκαφών με αργή ταχύτητα. Μπορεί να τοποθετηθεί στο εξωτερικό, ή σε ένα τούνελ που διατρέχει το τόξο από άκρη σε άκρη.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Barco
- Categoría: Nautica general
- Organization: Wikipedia
0
Creador
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)