Inicio > Term: bollard
bollard
Μια σύντομη, πάχους θέση με ένα φως στην κορυφή, που χρησιμοποιούνται για λόγους και υπαίθρια προβλέπεται διάβαση φωτισμού.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Luces e iluminación
- Categoría: Productos de iluminación
- Company: GE
0
Creador
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)