Inicio > Term: biospecies
biospecies
Ένα είδος που έχει οριστεί με βάση την ικανότητα να παράγουν απογόνους γόνιμο. Μέλη του ιδίου είδους μπορούν να παράγουν απογόνους που μπορούν να αναπαραχθούν με τη σειρά τους ενώ τα μέλη των διαφόρων ειδών δεν είναι δυνατή. Βλέπε morphospecies.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Antropología
- Categoría: Antropología física
- Company: Palomar College
0
Creador
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)