Inicio > Term: βιομάζα
βιομάζα
1. Συνολικό ποσό των βιοτικών υλικό, συνήθως εκφράζεται ανά μονάδα επιφάνειας ή του όγκου, σε ένα μέσο όπως το νερό.
2. Υλικού που παράγεται από την ανάπτυξη των μικροοργανισμών, φυτά ή ζώα.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Biología; Química
- Categoría: Toxicología
- Company: National Library of Medicine
0
Creador
- Golgotha
- 100% positive feedback