Inicio > Term: εξασθένισης
εξασθένισης
1. Μείωση έντασης.
2. Η μείωση του μεγέθους του τρέχοντος, τάσης ή ισχύος του σήματος στη μετάδοση μεταξύ σημείων. Εξασθένισης, μπορούν να εκφράζονται σε ντεσιμπέλ και μπορεί να προκληθεί από παράσιτα όπως η βροχή, σύννεφα ή ραδιοφωνικής συχνότητας σήματα.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Ciencias de la Tierra
- Categoría: Oceanografía
- Company: Marine Conservation Society
0
Creador
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)