Inicio > Term: οξύ
οξύ
(1) Η ουσία με pH κάτω του 7.
(2) Ουσίας που απελευθερώνει ιόντων υδρογόνου (H +).
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Ciencias de la Tierra
- Categoría: Oceanografía
- Company: Marine Conservation Society
0
Creador
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)