Inicio > Term: δοκιμή
δοκιμή
(1) Ένα σύνολο από μία ή περισσότερες περιπτώσεις δοκιμής, (2) ένα σύνολο από μία ή περισσότερες διαδικασίες δοκιμής, ή (Γ) το σύνολο από μία ή περισσότερες περιπτώσεις δοκιμής και τις διαδικασίες.
- Parte del discurso: noun
- Industria/ámbito: Ordenador; Software
- Categoría: Software engineering
- Organization: IEEE Computer Society
0
Creador
- Khrysaor
- 100% positive feedback